Την 1/11 του 2019 πραγματοποιήθηκε εμπρηστική επίθεση στα κεντρικά γραφεία της Χρυσής Αυγής στην οδό Δηλιγιάννη, στο Σταθμό Λαρίσης. Αποτέλεσμα ήταν η πρόκληση φθορών στο δεύτερο όροφο που στεγαζόταν και το πολιτικό γραφείο του γενικού γραμματέα της οργάνωσης, Νίκου Μιχαλολιάκου. Με αφορμή την εν λόγω επίθεση, αντιτρομοκρατική υπηρεσία και Μ.Μ.Ε. εξαπολύουν μια εκστρατεία τρομολαγνείας, στοχοποίησης και δικαστικών μεθοδεύσεων κατά του αντιφασιστικού κινήματος, με αποτέλεσμα τη σύλληψη δύο συντρόφων, στις 16/12 του 2019.
Το κατηγορητήριο αναβαθμίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις του 187Α και οι δύο σύντροφοι κατηγορούνται μεταξύ άλλων για συγκρότηση και ένταξη στην υποτιθέμενη ‘’τρομοκρατική οργάνωση”, εν ονόματι “Ταξιαρχία”. Η δράση της συγκεκριμένης ‘’οργάνωσης” αφορά συνολικά έξι επιθέσεις εναντίων δομών και προσώπων της ναζιστικής οργάνωσης τη διετία 2017-2019. Συγκεκριμένα, ξεκινά από το Μάρτιο του 2017 με την επίθεση στα -τότε- κεντρικά γραφεία της Χ.Α στη λεωφόρο Μεσογείων και φτάνει μέχρι την επίθεση στα νέα κεντρικά γραφεία της οδού Δηλιγιάννη το 2019. Οι διωκτικές αρχές σε μια προσπάθεια να διογκώσουν ένα ήδη ανυπόστατο κατηγορητήριο, εφευρίσκουν και σκηνοθετούν (όχι για πρώτη φορά) την ύπαρξη μιας οργάνωσης-φάντασμα, επιλέγοντας κατά το δοκούν αναλήψεις πολιτικής ευθύνης αντιφασιστικών ενεργειών της εποχής (π.χ. “Ταξιαρχία Παύλος Φύσσας”, “Ταξιαρχία Petrit Zifle”)
Παρότι τα στοιχεία της δικογραφίας ήταν σαθρά, στους συντρόφους επιβάλλονται εξαιρετικά αυστηροί περιοριστικοί όροι μεταξύ των οποίων 4 παρόν το μήνα στο ΑΤ της περιοχής τους, απαγόρευση εξόδου από τη χώρα, δέσμευση τραπεζικών λογαριασμών και περιουσιακών στοιχείων και καταβολή εγγύησης ύψους 30.000 (15.000 ευρώ στον καθένα) μέχρι τις 17/1 του 2020. Αναβαθμίζοντας το κατηγορητήριο βάσει του 187Α, θέτοντας τους συντρόφους σε ένα καθεστώς τετραετούς ομηρίας και επιχειρώντας την οικονομική αφαίμαξη του κόσμου του αγώνα, είναι σαφές ότι το κράτος χρησιμοποιεί ορισμένα απ’ τα πιο αιχμηρά εργαλεία του νομικού του οπλοστασίου, με στόχο τη σταδιακή εξόντωση του ανταγωνιστικού κινήματος.
Ωστόσο, τα αντανακλαστικά του κινήματος αλληλεγγύης ήταν άμεσα. Η πανελλαδική ανταπόκριση σε δράσεις αλληλεγγύης και η καμπάνια οικονομικής ενίσχυσης, έδωσαν μια πρώτη απάντηση στους κατασταλτικούς μηχανισμούς, μαζεύοντας το υπέρογκο ποσό της εγγύησης μέχρι την προκαθορισμένη ημερομηνία και αποφεύγοντας την προφυλάκιση των συντρόφων.
Η επόμενη μάχη που καλούμαστε να δώσουμε είναι στο δικαστήριο της 29ης Ιανουαρίου ενάντια στην απειλή της φυλάκισης των δύο συντρόφων, ως μια ευθεία πολιτική απάντηση σε κράτος, κεφάλαιο και ναζιστικά μορφώματα όπως η Χρυσή Αυγή και τα παράγωγα της. Ανάμεσα στους μάρτυρες κατηγορίας είναι και ο Ηλίας Κασιδιάρης ως τότε υπεύθυνος των γραφείων της Δηλιγιάννη, άλλοι δύο Χρυσαυγίτες υπεύθυνοι άλλων γραφείων (Μενιδίου και Ασπροπύργου), καθώς και πλήθος μπάτσων. Ο φασισμός αποτελούσε πάντοτε δεκανίκι του συστήματος, υπηρετώντας το υπογείως και δρώντας συμπληρωματικά στην επίθεση ενάντια στους από τα κάτω αυτού του κόσμου, σε κατατρεγμένους, σε μετανάστες, σε οτιδήποτε “διαφορετικό”, σε φτωχούς, σε όσους και όσες τολμούν να σηκώσουν το κεφάλι και να αγωνιστούν. Είναι λοιπόν διαχρονικό μας καθήκον να πολεμάμε το τέρας του φασισμού και να στεκόμαστε αλληλέγγυοι/ες σε συντρόφους/ες που διώκονται για αντιφασιστική δράση.
Δευτέρα 29 Ιανουαρίου, στις 09:00 – Α’ τριμελές εφετείο κακουργημάτων Αθηνών, Λουκάρεως 14, 4ος όροφος, αίθουσα Δ 100 Β’.
Κάτω τα χέρια από τους δύο αντιφασίστες συντρόφους.
Η Αλληλεγγύη είναι το όπλο μας.
Ταμείο Αλληλεγγύης φυλακισμένων και διωκόμενων αγωνιστ(ρι)ών.