Η εκδήλωση πραγματοποιήθηκε στα πλαίσια του Athens Tattoo Circus VI την Παρασκευή 26/5/2023, στον χώρο της κατάληψης Ανάληψης.
Το τέλος της εφτάχρονης δικτατορίας των συνταγματαρχών (1967-1974) σηματοδότησε για το πολιτικό σύστημα της χώρας μια διαδικασία περίπου κοσμογονική καθώς οι πολιτικές τεκτονικές του πλάκες μετατοπίστηκαν τόσο ώστε τερματίστηκε ένα ειδικό καθεστώς εξαίρεσης που κρατούσε τουλάχιστον τριάντα χρόνια, κι αυτό αν αφαιρέσουμε από το λογαριασμό το βενιζελικό ιδώνυμο με το αντικομμουνιστικό χαρακτήρα και τις διώξεις της μεταξικής δικτατορίας.
Η μετάβαση στη μεταπολίτευση, η νομιμοποίηση του ΚΚΕ, οι αμνηστίες, οι παύσεις εξοριών και βασανιστηριών, η σταδιακή επιστροφή πολιτικών προσφύγων πρώην μαχητών/τριων του ΔΣΕ άρχισε να καλλιεργεί μέσα στην κοινωνία την εντύπωση ότι είχαμε τελειώσει ολοσχερώς με τη βαρβαρότητα που είχε ο κατασταλτικός μηχανισμός του ελληνικού κράτους.
Όμως κάθε άλλο παρά αλήθεια ήταν αυτό. Η αστυνομική βία φυσικά ήταν πάντα έτοιμη να εκδηλωθεί εναντίον διαδηλωτών, ταραχοποιών, παράνομων ή και «τρομοκρατών». Αυτό απλώς δε σταμάτησε ποτέ. Με την απίσχναση όμως των κοινωνικών αγώνων τις επόμενες δεκαετίες άρχισε να αφορά ολοένα και λιγότερους ανθρώπους. Μακριά από τα μάτια των πολλών, πίσω από το φυσικό σύνορο που χωρίζει τους ανθρώπους σε «καλούς» και «κακούς», τα τείχη του εγκλεισμού, ή με άλλα λόγια τις φυλακές, τα ψυχιατρεία και εν γένει τους χώρους κράτησης, διατηρήθηκε στο ακέραιο η κληρονομιά του μετεμφυλιακού και δικτατορικού καθεστώτος τρομοκρατίας πάνω στα κορμιά και τις ψυχές των εγκλείστων.
Από την έξω πλευρά των τειχών η κοινωνία προόδευε, οι οικονομικοί δείκτες ανέβαιναν, ο κατασκευαστικός τομέας ανθούσε, τα μεγάλα εμπορικά κέντρα στα αστικά κέντρα άνοιγαν το ένα μετά το άλλο ενώ η βιομηχανία της μαζικής διασκέδασης διαμορφωνόταν έτσι ώστε να είναι προσβάσιμη και στα πιο λαϊκά τμήματα. Το κοινωνικό φαντασιακό διαμορφωνόταν με τα ιδεώδη και τις αξίες της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης δημιουργώντας μια ντελιριακή ατμόσφαιρα αποχαύνωσης. Από τη μέσα πλευρά των τειχών όμως καραδοκούσε η φρίκη. Σταυροί, καθηλώσεις, φάλλαγγες, προσβολές γεννετήσιας αξιοπρέπειας ακόμα και βιασμοί. Η εφευρετικότητα για την πρόκληση ανθρώπινου πόνου και εξαθλίώσης στο απώγειο της. Ένα καθεστώς εξαίρεσης στο οποίο οι ζωές των ανθρώπων που ήταν καταδικασμένες σε αυτό δε λογίζονταν καν ως ζωές ανθρώπων. Τα δεινά τους και τα πάθη τους δεν αφορούσαν κανέναν πέρα από όσους τύχαινε να έχουν κάποιες καρδιές να χτυπούν για λογαριασμό τους από την έξω πλευρά.
Αυτό το καθεστώς σιωπής για το συνέβαινε στην άλλη πλευρά επιχείρησαν να σπάσουν λιγοστές φωνές όπως το έντυπο περιοδικό «της Φυλακής». Ένα εκδοτικό εγχείρημα ψυχή του οποίου υπήρξε από την αρχή του το 1979 η συντρόφισσα Κατερίνα Ιατροπούλου μαζί με κάποιες λιγοστές συντρόφισσες/φους που κάποιοι είχαν και το βίωμα του εγκλεισμού. Για περίπου εφτά χρόνια, μέχρι δηλαδή και το 1986, το περιοδικό της φυλακής αποτέλεσε τη φωνή ανθρώπων τελείως ξεχασμένων και διαγραμμένων από το κοινωνικό σύνολο.
Ανθρώπων που οι κραυγές και τα ουρλιαχτά τους στοίχειωναν δωμάτια και κελιά την ίδια ώρα που έξω από αυτά ανυποψίαστοι περαστικοί πηγαίναν βιαστικά στις δουλειές και τις κοινωνικές τους υποχρεώσεις. Ανθρώπων που με το αίμα της ψυχής τους, το ίδιο αίμα που πότιζε τραπέζια βασανισμού και χειροπέδες στους τοίχους, θα γράφανε μια μαρτυρία, ένα ποίημα, οτιδήποτε είχαν να στείλουν προς τα έξω, για να μαθευτεί τι σημαίνει ελληνικό «σωφρονιστικό σύστημα».
Ως Ταμείο Αλληλεγγύης φυλακισμένων και διωκόμενων αγωνιστών/ριών κρίνουμε σκόπιμη και απαραίτητη την επανέκδοση του περιοδικού Της Φυλακής στο σήμερα. Απαραίτητη γιατί κατά αρχάς συνιστά μια πολύτιμη συνεισφορά στην επαναστατική μνήμη και στη σύνδεση του σήμερα και του χθες με τρόπο που βοηθάει στο να διατηρούμε αναλλοίωτη την πολιτική κληρονομιά που μας αφήσαν αγωνιστές και αγωνίστριες από το παρελθόν, όπως η συντρόφισσα Κατερίνα την οποία τιμούμε και κρατάμε κοντά μας μέσα από τέτοιες πρωτοβουλίες.
Το περιοδικό της Φυλακής αποτελεί την πρώτη απόπειρα συστηματικής καταγραφής του ίδιου του λόγου των κρατουμένων, και αυτό από μόνο του προσδίδει μεγάλη ιστορική βαρύτητα. Μέσα από τις σελίδες του περιοδικού μεταφέρεται γλαφυρά το ζοφερό κλίμα μιας σκοτεινής εποχής μέσα στις φυλακές που φωτιζόταν ενίοτε από τις φωτιές σε πτέρυγες και σε ταράτσες που άναβαν εξεγερμένοι κρατούμενοι και κρατούμενες ρισκάροντας τα πάντα. Η περιήγηση στους διαδρόμους αυτού του ματωμένου και φλογισμένου λαβύρινθου του χθες μπορεί να προσφέρει γνώση και ενσυναίσθηση για το μαρτύριο του εγκλεισμού και εφόδια για μια συγκριτική μελέτη και κατανόηση της μετάλλαξης του σωφρονισμού στην Ελλάδα στο σήμερα.
Τις επόμενες δεκαετίες το στίγμα και η πολιτική κληρονομιά του περιοδικού είχαν σαφή αντίκτυπο μέσα στον αναρχικό/αντιεξουσιαστικό χώρο του οποίου οι επαφές με την φυλακή αποκτούσαν ολοένα και στενότερο χαρακτήρα με τις φυλακές με αποκορύφωμα τη μετά-Δεκεμβριανή εποχή όπου γέμισαν με δεκάδες πολιτικούς κρατούμενους/ες. Ήταν τότε εκείνα τα χρόνια που προέκυψε μέσα από τις κατάλληλες διεργασίες και ζυμώσεις η αναγκαιότητα της δημιουργίας της ίδιας της δομής μας η οποία για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα κυκλοφόρησε την περιοδική έκδοση “Γκρεμίζοντας τη Βαστίλη” η οποία αποτέλεσε κι αυτή με τη σειρά της ένα εγχείρημα συστηματικής καταγραφής του λόγου των κρατουμένων αν και σε εκείνη τη συγκυρία επρόκειτο κυρίως για κρατούμενους προερχόμενους από το ριζοσπαστικό ανατρεπτικό κίνημα.
Πιο πριν ωστόσο υπήρχαν και πολλές άλλες πρωτοβουλίες με την ίδια πρόθεση. Εκδηλώσεις, βιβλία, μπροσούρες ασχολούνταν με τα θέματα των φυλακών, αναδείκνυαν συνθήκες κράτησης, έδιναν φωνή σε πολιτικούς κρατούμενους να μιλήσουν για την υπόθεση τους, ένα αίτημα τους, μια διεκδίκηση, πρόβαλλαν τις εξεγέρσεις στις φυλακές της δεκαετίας του ΄90 αλλά και τις πιο πρόσφατες του 2007. Μια ακόμα μάλιστα περίπτωση ενός εκδοτικού εγχειρήματος συστηματικής καταγραφής του λόγου των κρατουμένων ήταν το “Φωτιά στα Κάτεργα” που εξέδιδε το Συντονιστικό Δράσης για τους Φυλακισμένους Αγωνιστές.
Στην εποχή μας το καθεστώς κράτησης στη χώρα δεν είναι τόσο φριχτό όσο ήταν κάποτε. Αυτό εν μέρει οφείλεται σε σκληρούς αγώνες επί δεκαετίες μέσα στις φυλακές, οφείλεται όμως και στην ευελιξία και προσαρμοστικότητα του «σωφρονιστικού συστήματος» ώστε να είναι πιο αποδοτικό με τις μικρότερες δυνατές αναταράξεις στο εσωτερικό του. Παρόλα αυτά και σήμερα πίσω από τα τείχη υφίστανται ζητήματα που αξίζει να αναδειχθούν. Γιατί και σήμερα υπάρχει υποτίμηση ασθενών που πεθαίνουν για ένα απόστημα σε δόντι, υπάρχει υπερπληθυσμός ακόμα και σε συνθήκες πανδημίας και κόντρα σε κάθε οδηγία αποσυμφόρησης από οργανισμούς υγείας και διεθνείς οργανώσεις, υπάρχουν ειδικές φυλακές, κι άλλες ειδικές φυλακές μέσα σε αυτές, υπάρχει αυθαιρεσία, υπάρχει καταπάτηση δικαιωμάτων, εκδικητικότητα, εξοντωτική γραφειοκρατία. Υπάρχει βία, ανελέητη και αδιανόητη βία σκληρών συμμοριών. Υπάρχουν διάδρομοι που δονούνται από βουβό πόνο και απελπισία, υπάρχουν ουρλιαχτά πνιγμένα σε απομονώσεις. Υπάρχουν και τώρα -αν και σε μικρότερο βαθμό- βασανισμοί, εξευτελισμοί και δολοφονίες. Υπάρχουν θηλιές κρεμασμένες σε ντουζιέρες, υπάρχουν ρημαγμένες ζωές βουτηγμένες στα ψυχοφάρμακα και θάνατοι από υπερβολική δόση., Και ταυτόχρονα υπάρχει εκεί έξω και τεράστια αδιαφορία για όλα αυτά. Γιατί για κάθε κοινοτοπία του κακού υπάρχει και η απαραίτητη δόση αδιαφορίας ενός πληθυσμού που το ανέχεται, η απαραίτητη δόση αδιαφορίας που «αποτελεί το νεκρό βάρος της ιστορίας», που «δρα παθητικά αλλά δρα»…
Εκεί λοιπόν είναι που κρίνουμε σκόπιμη τη συγκεκριμένη επανέκδοση. Για να θυμηθεί ο κόσμος που τα έζησε και ο κόσμος που τα χε διαβάσει και τάραξαν το είναι του, και να τα μάθει και κόσμος που τώρα θα διαβάσει για πρώτη φορά. Για να καταλάβουμε όλοι και όλες ότι παρότι η ιστορία προχωράει και εξελίσσεται, η βαρβαρότητα που ιεραρχεί τις ζωές των ανθρώπων σε ζωές που μετρούν και ζωές που δε μετρούν είναι η ίδια. Αυτό που αλλάζει είναι το πρόσωπο. Και αυτή η βαρβαρότητα λέγεται εγκλεισμός, λέγεται ελληνικό σωφρονιστικό σύστημα, λέγεται φυλακές και κολαστήρια, και είναι μια βαρβαρότητα που ειδικά όσοι και όσες αγωνίζονται συνολικά ενάντια σε κάθε εξουσία και εκμετάλλευση μπορεί κάποια στιγμή στη ζωή τους να γνωρίσουν σε κάποια της μορφή. Και καλό είναι να είναι προετοιμασμένοι/ες.Κρίνουμε σκόπιμη αυτήν την επανέκδοση και για ένα τελευταίο λόγο. Επειδή αξίζει να θυμόμαστε ότι και σε δύσκολες και σκοτεινές εποχές, όπως τα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης, τότε που οι φυλακές ήταν η μόνη επικράτεια της χώρας που το καθεστώς δεν άλλαξε, μπορεί να προκύψει το φως μέσα από όμορφους ανθρώπους, αφοσιωμένους στην ευγενή υπόθεση της ανάδειξης της αδικίας, στην καταγγελία της, και στη μάχη εναντίον της με κάθε διαθέσιμο μέσο και πόρο. Ανθρώπους όμορφους σαν την Κατερίνα που ήταν πάντα ένα ακουστικό στην άλλη μεριά της γραμμής για κάθε βασανισμένο κρατούμενο. Τη Κατερίνα με τη μεγάλη σαν καταφύγιο αγκαλιά για τους κυνηγημένους. Την Κατερίνα που λείπει σήμερα από κοντά μας αλλά θα είναι πάντα παρούσα ανάμεσα στους αγώνες ενάντια σε κάθε εγκλεισμό..